-
1 νεόῤ-ῥυτος
νεόῤ-ῥυτος, frisch fließend, eben erst vergossen, πηγαὶ γάλακτος, Soph. El. 882.
-
2 ἀνα-θλίβω
ἀνα-θλίβω, auf-, ausdrücken, Plut. Symp. 6, 2 g. E.; ἀναϑλίβει χεύματα μαστός Marian. 2 (IX, 668); πηγαὶ ἀναϑλίβοιντο γάλακτος Ant. Sid. 72 (VII, 23).
См. также в других словарях:
πηγή — Oνομασία 15 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 460 μ.), στην πρώην επαρχία Άρτας του ομώνυμου νομού. Υπάγεται διοικητικά στην κοινότητα Τετρακώμου. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ.), στην πρώην επαρχία Δωρίδας, του νομού Φωκίδας.… … Dictionary of Greek